ΡΥΖΙ
Εκτός από το εξωτικό ρύζι μπασμάτι (Πακιστάν ή Ινδιών), με τα ιδιαίτερα αρώματά του, η εταιρεία μας εμπορεύεται αποκλειστικά ρύζια από το νομό Σερρών, καθώς το σερραϊκό ρύζι ξεχωρίζει για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Τα αλκαλικά και υφάλμυρα εδάφη του κάμπου των Σερρών, σε συνδυασμό με το μικροκλίμα της περιοχής και τα νερά του Στρυμόνα δίνουν ίσως τα ποιοτικότερα ελληνικά ρύζια. Οι κυριότερες ποικιλίες είναι το ρύζι καρολίνα, το ρύζι μπονέτ (κίτρινο), το ρύζι νυχάκι, το ρύζι γλασέ και το καστανό ρύζι (ακατέργαστο).
Το ρύζι είναι μια από τις αρχαιότερες καλλιέργειες στον κόσμο και ένα από τα βασικά διατροφικά είδη της ανθρωπότητας καθώς αποτελεί την κύρια τροφή σχεδόν για τα 2/3 του παγκόσμιου πληθυσμού. Συναντάται σε πολλές ποικιλίες με διαφορές στο χρώμα, στο μήκος και το σχήμα του κόκκου, κάτι που παίζει σημαντικό ρόλο στη μαγειρική του συμπεριφορά. Συνεπώς, η επιλογή του σωστού τύπου ρυζιού είναι καθοριστικής σημασίας για το επιθυμητό τελικό αποτέλεσμα.
Το ρύζι γλασέ, ενδείκνυται για σούπες, λαπά και γλυκά όπως το ρυζόγαλο καθώς οι κόκκοι του προσκολλώνται μεταξύ τους κατά τη διάρκεια του μαγειρέματος.
Το ρύζι καρολίνα έχει την ικανότητα να απορροφά τα λίπη και γι’ αυτό είναι κατάλληλο για πιλάφι που δεν θα στραγγιστεί ή για φαγητά φούρνου.
Το ρύζι μπονέτ είναι προβρασμένο ρύζι. Διαθέτει χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα, που οφείλεται στην ειδική επεξεργασία του καρπού με ατμό, με αποτέλεσμα συστατικά του φλοιού να περνούν και στον κόκκο. Παραμένει σπυρωτό κατά το μαγείρεμα και είναι ιδανικό για σπυρωτό πιλάφι.
Το νυχάκι είναι ρύζι σκληρό και κατάλληλο για βράσιμο σε νερό που κοχλάζει ή σε ατμό. Το χρώμα του είναι λευκό – κρυσταλλιζέ και είναι ιδανικό για πιλάφι.
Το καστανό (ή αναποφλοίωτο) ρύζι, αποτελεί την «ακατέργαστη» εκδοχή του λευκού ρυζιού. Είναι πλούσιο σε φυτικές ίνες, και ενδείκνυται για δίαιτες υγιεινής διατροφής και απώλειας βάρους.
Το ρύζι μπασμάτι είναι ένα φυσικά αρωματικό ρύζι, ιδανικό για πιλάφι και εξωτικές γεύσεις . Παίρνει το φυσικό του άρωμα από τα ιδιαίτερα συστατικά του υπεδάφους της ευρύτερης περιοχής που ευδοκιμεί.
Το άγριο ρύζι είναι στην πραγματικότητα υδρόφιλο δημητριακό με γεύση και αρώματα που θυμίζουν ρύζι. Συνδυάζεται σε ανάμιξη με το ελληνικό ρύζι μπονέτ και είναι ιδανικό για κυνήγι, θαλασσινά και σαν γαρνιτούρα σε επίσημα γεύματα.
ΟΣΠΡΙΑ
Η Ρυζεμπορική έχει καταφέρει να συγκεντρώσει τις πιο ιδιαίτερες ελληνικές ποικιλίες οσπρίων που καλλιεργούνται από τη μια άκρη της χώρας στην άλλη. Τα μεγαλόσπερμα φασόλια (πλακέ), οι μαύροι γίγαντες και οι γίγαντες-ελέφαντες Πρεσπών, οι γίγαντες Καστοριάς, τα μπαρμπούνια Καστοριάς, τα πλακέ και μέτρια φασόλια Καβάλας, η φάβα Ερυθρών, η φακή Βοΐου Κοζάνης, τα ρεβίθια Λάρισας, οι φακές Λάρισας, τα μαυρομάτικα και η φάβα Πρεβέζης, το φασόλι βανίλια Πρεβέζης, οι φακές Εγκλουβής, η οσπριάδα Κρήτης και τα κουκιά Τριπόλεως είναι μερικά μόνο από τα είδη που εμπορευόμαστε. Και διεθνείς ποικιλίες οσπρίων όμως, όπως τα μέτρια φασόλια, το μπιζέλι, τα κόκκινα φασόλια και οι φακές Καναδά, τα ρεβίθια Μεξικού, οι κόκκινες φακές Τουρκίας, το πράσινο φασόλι (ροβίτσα) Αυστραλίας, τα φασόλια χορόζια Αργεντινής και τα μαυρομάτικα Μαδαγασκάρης συγκαταλέγονται στη γκάμα των προϊόντων μας.
O Ουμπέρτο Έκο αναφερόμενος στη σημασία των οσπρίων είχε πει ότι «Χωρίς τα όσπρια η ανθρωπότητα δεν θα είχε καταφέρει να φθάσει ούτε ως το Μεσαίωνα. Αυτό υποστηρίζει η επιστήμη και μάλιστα με αποδείξεις. Όταν η Ευρώπη τον 11ο αιώνα π.Χ. μετρούσε μόλις 20 εκατομμύρια κατοίκους, τους οποίους επιπλέον μάστιζε η φτώχεια και η ασιτία, τα όσπρια έδωσαν την κρίσιμη απάντηση και ταυτόχρονα την ώθηση για την αύξηση του πληθυσμού. Γιατί οι φτωχοί εργάτες καταναλώνοντας περισσότερες φυτικές πρωτεΐνες έγιναν ρωμαλέοι, μακροβιότεροι και … φυσικά γονιμότεροι!». Τα όσπρια βρίσκονται στη βάση της Μεσογειακής Πυραμίδας και ανήκουν στις τροφές που πρέπει να καταναλώνονται με μεγάλη συχνότητα , (τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα), εξαιτίας του υψηλού ποσοστού πρωτεϊνών, βιταμινών Β, σιδήρου και ασβεστίου που περιέχουν. Σερβίρονται ως σούπα, σαλάτα, ορεκτικό αλλά και ως συνοδευτικό άλλων τροφίμων.
Ξηροι Καρποι
Τα κυριότερα είδη ξηρών καρπών που θα βρείτε στην εταιρεία μας, είναι τα ελληνικά αμύγδαλα (ποικιλία Τέξας και φυρανιά), καρύδια με κέλυφος, καρυδόψιχα, φιστίκι αράπικο Σερρών, φιστίκι πίνατς Σερρών, φιστίκι Αιγίνης, φουντουκόψιχα, κολοκυθόσπορος (πασατέμπος) ωμός και ηλιόσπορος ωμός. Διαθέτουμε επίσης αποξηραμένα σύκα Ευβοίας, κορινθιακή μαύρη σταφίδα, κρητική σταφίδα σουλτανίνα (ξανθιά), αποξηραμένα δαμάσκηνα Έβρου και ιπποφαές.
Οι ξηροί καρποί και τα αποξηραμένα φρούτα καταναλώνονται στη χώρα μας από τους αρχαίους χρόνους. Τα τρωγάλια (ξηροί καρποί και αποξηραμένα φρούτα), αποτελούσαν το κύριο συνοδευτικό του κρασιού στη διάρκεια των συμποσίων των Αρχαίων Ελλήνων. Στις μέρες μας, οι ξηροί καρποί παραμένουν ιδιαίτερα δημοφιλείς, με τη μεγάλη γκάμα τους να δίνει πολλαπλές επιλογές, άλλοτε ως συνοδευτικό του ποτού κι άλλοτε ως συστατικό στη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική. Κυρίως όμως καταναλώνονται πια ως καθημερινό σνακ, καθώς έχει διαπιστωθεί από επιστημονικές έρευνες ότι συγκαταλέγονται στις πλέον ωφέλιμες τροφές για τον οργανισμό.
Δημητριακα
Το φημισμένο πλιγούρι Τουρκίας, αλλά και το ελληνικό πλιγούρι, που αποτελεί τη βάση για τη δημιουργία παραδοσιακού σταρένιου τραχανά δε θα μπορούσαν να λείπουν από τον κατάλογο των προϊόντων μας. Το ίδιο ισχύει και για το ελληνικό σιτάρι εξαιρετικής ποιότητας αλλά και για το ελληνικό καλαμπόκι (pop corn).
Τα δημητριακά βρίσκονται στη βάση της Μεσογειακής Πυραμίδας λόγω της σημαντικής διαθρεπτικής τους αξίας. Είναι επίσης η σπουδαιότερη ανθρώπινη καλλιέργεια, καθώς τα προϊόντα που παράγονται από αυτά, αποτελούν τη διατροφική βάση του παγκόσμιου πληθυσμού.
Μια από τις βασικές κατηγορίες δημητριακών είναι τα σιτηρά, στα οποία συγκαταλέγονται το σιτάρι και το καλαμπόκι.
Το σιτάρι είναι από τα πρώτα φυτά που καλλιέργησε ο άνθρωπος, και τα παράγωγά του αποτελούν πρώτη ύλη για βασικά είδη της ανθρώπινης διατροφής, με κυριότερο το ψωμί. Άλλο ένα σημαντικό παράγωγο του σιταριού είναι το πλιγούρι, μια πολύ διαδεδομένη τροφή στην ανατολική Μεσόγειο.
Όσον αφορά στο καλαμπόκι, θεωρείται λαχανικό όταν καταναλώνεται ολόκληρο , ενώ μόνο οι κόκκοι του που χρησιμοποιούνται για το ποπ κορν εντάσσονται στα σιτηρά. Και στις δυο περιπτώσεις πάντως είναι πλούσιο σε φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά.
Αλευρα
Τα πιο διαδεδομένα είδη αλεύρων είναι το χωριάτικο, το ολικής άλεσης, το καλαμποκάλευρο και το αλεύρι για όλες τις χρήσεις. Εκτός όμως από τις ποικιλίες αυτές, η Ρυζεμπορική διαθέτει και τοπικές ποικιλίες αλεύρων, όπως το αλεύρι Λήμνου και το περίφημο αλεύρι Κούλα από τη Μακεδονία. Το αλεύρι της Λήμνου, είναι κίτρινο (χωριάτικο) αλεύρι που μοιάζει με ψιλό σιμιγδάλι και παράγει εξαιρετικής ποιότητας και γεύσης χωριάτικο κίτρινο ψωμί. Το αλεύρι Κούλα ανήκει στην κατηγορία των αλεύρων για όλες τις χρήσεις και ξεχωρίζει για την εξαιρετική ποιότητά του, που οφείλεται στα μαλακά σιτηρά από τα οποία παράγεται και στην απουσία συντηρητικών.
Το αλεύρι είναι η λεπτή σκόνη που παράγεται από το άλεσμα δημητριακών ή άλλων σπόρων πλούσιων σε άμυλο.
Χρησιμοποιείται για την παραγωγή πολλών προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, όπως το ψωμί, τα αρτοσκευάσματα, τα γλυκά και τα ζυμαρικά.
Υπάρχουν πολλοί τύποι αλεύρων και η διάκρισή τους γίνεται είτε με βάση την περιεκτικότητά τους σε πρωτεΐνες, είτε ανάλογα με το βαθμό και τον τρόπο άλεσής τους, είτε τέλος με το είδος του δημητριακού, από το οποίο προέρχονται.
Κάθε τύπος αλεύρου επηρεάζει διαφορετικά τη γεύση, την υφή και το χρώμα του τελικού προϊόντος στο οποίο χρησιμοποιείται.
Αρτοσκευασματα
Οι θησαυροί της κρητικής διατροφής , οι σταρένιοι και κρίθινοι ντάκοι, τα κρίθινα ντακάκια, οι κριθαροκουλούρες αλλά και τα γλυκά παξιμάδια με γεύση πορτοκαλιού, αμυγδάλου, κανέλας ή ταχινιού ανήκουν με τη σειρά τους στα είδη της Ρυζεμπορικής.
Στην Ελλάδα, συναντάμε μέσα στους αιώνες διάφορες μορφές αρτοσκευασμάτων.
Η συνηθέστερη μορφή αρτοσκευάσματος είναι τα παξιμάδια και η ονομασία τους στην αρχαιότητα ήταν «Διπυρίτης Άρτος», γιατί έμπαινε δυο φορές στην πυρά (φούρνο).
Το διπλό φούρνισμα του ψωμιού σε χαμηλή θερμοκρασία, αφαιρούσε την υγρασία και δημιουργούσε ένα προϊόν που μπορούσε να συντηρηθεί αναλλοίωτο για αρκετές ημέρες, ακόμα και μήνες, από την ημέρα παραγωγής του. Κάτι εξαιρετικά χρήσιμο σε εποχές που δεν υπήρχαν συντηρητικά ή ψυγεία.
Στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, το παξιμάδι έχει συνδεθεί με την Κρητική διατροφή, με χαρακτηριστικότερο εκπρόσωπό της τον ντάκο.
Σήμερα, το παξιμάδι παραμένει βασικό στοιχείο της ελληνικής διατροφής και συναντάται σε πολλά σχήματα, μεγέθη και με διάφορα καρυκεύματα.
Αρωματικα Φυτα
Η Ρυζεμπορική, αφουγκραζόμενη τη ζήτηση για εντελώς φυσικά μαγειρικά καρυκεύματα και αφεψήματα , ενέταξε στη γκάμα της ελληνικά αρωματικά φυτά βιολογικής καλλιέργειας.
Η ρίγανη, το θυμάρι, το δενδρολίβανο, το χαμομήλι, το τσάι του βουνού, το φασκόμηλο , η λουΐζα, η λεβάντα και το θρούμπι, είναι ορισμένα μόνο από τα είδη της πλούσιας ελληνικής χλωρίδας που θα βρείτε σε μας.
Τα αρωματικά φυτά έχουν χρησιμοποιηθεί από όλους σχεδόν τους αρχαίους πολιτισμούς, όχι μόνο στη μαγειρική αλλά και για θεραπευτικούς λόγους.
Ο πατέρας της ιατρικής, Ιπποκράτης ταξινόµησε σε κατηγορίες τα αρωματικά φυτά ανάλογα µε την θεµελιώδη ιδιότητα του καθενός.
Η μεγάλη ακμή των αρωματικών φυτών σημειώθηκε το Μεσαίωνα, όταν οι μοναχοί ανέλαβαν την καλλιέργειά τους και την μετατροπή τους σε φαρμακευτικά «σκευάσματα» .
Η κουζίνα των περισσότερων λαών είναι γεμάτη με αρωματικά φυτά, που αναδεικνύουν ακόμα και το πιο απλό πιάτο, εμπλουτίζοντάς το με μοναδικά αρώματα και γεύσεις.
Στις μέρες μας η διττή χρήση των αρωματικών φυτών εξακολουθεί να υφίσταται, είτε με την προσθήκη τους σε φαγητά και γλυκά είτε ως ευεργετικά αφεψήματα με αμέτρητες θεραπευτικές ιδιότητες.
Ζυμαρικα
Η ιστορία των ζυμαρικών ξεκινάει στην Ελλάδα γύρω στο 1.000 π.Χ, με το «λάγανον», μια πλακωτή τετράγωνη ζύμη από αλεύρι και νερό.
Και στην Ελληνική Μυθολογία όμως γίνεται αναφορά στα ζυμαρικά, καθώς ο Ήφαιστος δημιούργησε ένα εργαλείο που έφτιαχνε «κορδόνια από ζύμη».
Εκτός από τον ελλαδικό χώρο, τα ζυμαρικά αποτέλεσαν δημοφιλές πιάτο σε όλο σχεδόν τον κόσμο, σε χιλιάδες παραλλαγές γεύσεων και σχημάτων, προσαρμοσμένα στις διατροφικές συνήθειες της κάθε χώρας.
Η παρασκευή των ζυμαρικών στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, γινόταν στο κάθε σπίτι κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Οι νοικοκυρές έπλαθαν τη ζύμη, την έκοβαν και την άπλωναν στον ήλιο για να στεγνώσει. Η φύλαξή τους γινόταν μετά μέσα σε πάνινα σακιά, στα κελάρια, προκειμένου να έχουν προμήθειες για όλη τη χρονιά.
Τα τελευταία χρόνια, μικρές οικοτεχνίες σε όλη την Ελλάδα, αναβιώνουν τις παραδοσιακές πρακτικές παρασκευής ζυμαρικών, όπως ο τραχανάς και οι χυλοπίτες, χρησιμοποιώντας τα αγνότερα υλικά της κάθε περιοχής.
Μελι
Το μέλι είναι ένα πολύ γευστικό φυσικό προϊόν με θετική επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό, καθώς αποτελεί θαυμάσια πηγή ενέργειας και υδατανθράκων. Για το λόγο αυτό οφείλει να είναι ενταγμένο στο καθημερινό διαιτολόγιο, σύμφωνα με τους ειδικούς, αντικαθιστώντας τη ζάχαρη (όπου είναι εφικτό).
Υπάρχουν πολλές ποικιλίες μελιού, με διαφορές στο χρώμα, στη γεύση, στο άρωμα και στις ιδιότητές τους.
Από τους προϊστορικούς χρόνους οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν το μέλι στη διατροφή τους και για πολλούς αιώνες ήταν η μόνη γνωστή γλυκαντική ουσία.
Οι ευεργετικές ιδιότητες του μελιού ανακαλύφθηκαν πολύ νωρίς, γι αυτό και χρησιμοποιήθηκε στην ιατρική. Ο πατέρας της Ιατρικής, Ιπποκράτης, συνιστούσε το μέλι σε όλους τους ανθρώπους αλλά ιδιαίτερα στους ασθενείς καθώς πίστευε πολύ στις τονωτικές και αντισηπτικές ιδιότητές του.
Το μέλι κατέχει σημαντική θέση στην αρχαία ελληνική ιστορία και Μυθολογία. Οι αρχαίοι Έλληνες προσέφεραν μέλι στις τελετές θυσίας προς τους θεούς. Η Κίρκη χρησιμοποίησε μέλι για να σαγηνεύσει τον Οδυσσέα, και οι θεοί του Ολύμπου τρέφονταν με μέλι (Νέκταρ). Ο ίδιος ο πατέρας των ολύμπιων θεών, ο Δίας , ανατράφηκε με μέλι και γάλα από τις νύμφες Αμάλθεια και Μέλισσα στο Δικταίο Άντρο της Κρήτης.
Μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα, το μέλι ήταν η μοναδική γλυκαντική ουσία και σε όλη την Ευρώπη ήταν τροφή μόνο των βασιλιάδων. Στον λαό έδιναν τον βασιλικό πολτό, τον οποίο θεωρούσαν προϊόν κατώτερης ποιότητας, μη γνωρίζοντας τις ιδιότητές του. Εκεί αποδίδουν και οι επιστήμονες την μακροζωία κάποιων λαών τους περασμένους αιώνες.
Χαλβας
Το όνομά του χαλβά προέρχεται από το αραβικό halwa, που σημαίνει, γλυκό και αποτελεί αγαπημένο έδεσμα των λαών της Μέσης Ανατολής, της Μεσογείου και των Βαλκανίων.
Στην Ελλάδα η κατανάλωση του χαλβά, ξεκίνησε το 1922 με την έλευση των προσφύγων της Μικράς Ασίας, που έφεραν μαζί τους την τέχνη παρασκευής του.
Τα πρώτα εργαστήρια παραγωγής χαλβά, δημιουργήθηκαν από τους πρόσφυγες κυρίως στη Θεσσαλονίκη και στον Πειραιά και η διάθεσή του προϊόντος γινόταν αρχικά σε μπακάλικα. Για το λόγο αυτό ονομάζεται και χαλβάς του μπακάλη.
Το κύριο συστατικό του χαλβά είναι το ταχίνι (λιωμένο σουσάμι), γι’ αυτό και θεωρείται γλύκισμα με μεγάλη θρεπτική αξία.
Ο χαλβάς πρωταγωνιστεί στο σαρακοστιανό τραπέζι, στο τραπέζι της Καθαρά Δευτέρας αλλά και γενικά σε περιόδους νηστείας, σερβιρισμένος συχνά με λεμόνι ή κανέλλα.