Scroll Top

Το καλαμπόκι για ποπ κορν (pop corn)

Το ποπ κορν δημιουργείται από καβουρντισμένους κόκκους αραβοσίτου και είναι ένα από τα δημοφιλέστερα σνακ παγκοσμίως.

Το καλαμπόκι έχει την ιδιότητα να «σκάει» γιατί οι κόκκοι του έχουν σκληρό περίβλημα που προστατεύει από την υγρασία τον πυρήνα, ο όποιος  περιέχει μια παχιά αμυλούχο γέμιση.

Όταν λοιπόν ζεσταθεί το καλαμπόκι, το άμυλο στο εσωτερικό του πυρήνα βράζει και δημιουργείται τεράστια πίεση. Σταδιακά η πίεση αυξάνεται κι ο φλοιός δεν αντέχει και εκρήγνυται.

Ιδιότητες

Το ποπ κορν αποτελεί μια τροφή με λίγες θερμίδες και πολλά ωφέλιμα αντιοξειδωτικά. Αυτό φυσικά αφορά στο σκέτο ποπ κορν, χωρίς πολύ αλάτι, βούτυρο ή λάδι.

Ένας τύπος αντιοξειδωτικών που περιέχονται στο ποπ κορν είναι οι πολυφαινόλες που συμβάλουν στην προστασία από ορισμένες μορφές καρκίνου όσο και στη μείωση των καρδιαγγειακών παθήσεων. Επιπλέον, το ποπ κορν αποτελεί σημαντική πηγή φυτικών ινών καθώς είναι 100% προϊόν ολικής άλεσης.

Για την ιστορία

Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, το ποπ κορν είναι γνωστό στον άνθρωπο  εδώ και χιλιάδες χρόνια με το παλαιότερο εύρημα να είναι ηλικίας 5.000 ετών και να έχει εντοπιστεί στο Νέο Μεξικό.

Οι ιθαγενείς της Αμερικής τοποθετούσαν έναν – έναν τους σπόρους του καλαμποκιού πάνω από τη φλόγα με τη βοήθεια ενός κλαδιού, για να φτιάξουν ποπ κορν . Με το ποπ-κορν έφτιαχναν ακόμη μπύρα ή σούπες, ενώ με τους σπόρους του κατασκεύαζαν και κοσμήματα.

To 1630 ένας ινδιάνος με το όνομα Κουαντακένα, έδειξε τον τρόπο παρασκευής ποπ-κορν σε βρετανούς αποίκους, στο Πλίμουθ της Μασαχουσέτης. Οι βρετανοί ενθουσιάστηκαν τόσο πολύ δοκιμάζοντάς το, που άρχισαν να το τρώνε κάθε πρωί, συνδυασμένο με κρέμα και ζάχαρη. Αργότερα έγινε απαραίτητο συνοδευτικό στο δείπνο της Ημέρας των Ευχαριστιών.

Το «σκάσιμο» του ποπ κορν έγινε χειροκίνητα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα και άρχισε να πωλείται στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ με το όνομα «Μαργαριτάρι», λόγω του άσπρου χρώματός του. Επιπλέον κατασκευάστηκαν συρμάτινα κουτιά με μακρύ χερούλι για να κρατούν το ποπ-κορν πάνω από τη φωτιά, χωρίς να καίγονται τα χέρια.

Η κατανάλωση του ποπ- κορν αυξήθηκε ραγδαία κατά τη δεκαετία του 1890 εξαιτίας της εφεύρεσης της μηχανής για ποπ-κορν αλλά και λόγω της ανόδου του βιοτικού επιπέδου, που σήμαινε ότι ο κόσμος είχε περισσότερο ελεύθερο χρόνο για βόλτες σε πάρκα ή φεστιβάλ, όπου πλανόδιοι πωλητές πουλούσαν ποπ κορν.

Κατά τη διάρκεια της “Μεγάλης Ύφεσης” (1929), η απήχηση του ποπ κορν ήταν τεράστια εξαιτίας της χαμηλής τιμής του και οι πωλήσεις ποπ-κορν σημείωναν συνεχόμενη άνοδο.

Στον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο, η έλλειψη της ζάχαρης οδήγησε σε μείωση της παραγωγή ζαχαρωτών, με αποτέλεσμα να τριπλασιαστεί η κατανάλωση του ποπ κορν, κυρίως στο θέατρο, διότι οι Αμερικανοί το προτιμούσαν ως σνακ. Οι ιδιοκτήτες θεάτρων και κινηματογράφων αρχικά είχαν ενδοιασμούς σε σχέση με τα ποπ κορν, θεωρώντας ότι η κατανάλωσή τους αποσπούσε την προσοχή των θεατών. Όταν όμως το 1938, ένας ιδιοκτήτης θεάτρων, τοποθέτησε μηχανές ποπ κορν στους προθαλάμους των θεάτρων του, αυξάνοντας σημαντικά τα κέρδη του, οι υπόλοιποι ιδιοκτήτες θεάτρων ξεπέρασαν τους αρχικούς ενδοιασμούς τους, ακολουθώντας το παράδειγμά του.

Το 1981, η εταιρία τροφίμων General Mills κέρδισε το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την κυκλοφορία σακούλας ποπ κορν ψημένα σε μικροκύματα. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η κατανάλωση ποπ κορν σημείωσε κατακόρυφη αύξηση και καθιερώθηκε ως σνακ.